τυπολάτρης

τυπολάτρης
ο, θηλ. τυπολάτρισσα, Ν
ο υπερβολικά προσηλωμένος στους τύπους εις βάρος τής ουσίας, φορμαλιστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τύπος + λάτρης. Η λ., στον λόγιο τ. τού πληθ. τυπολάτραι, μαρτυρείται από το 1893 στον Εμμ. Ροΐδη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • τυπολάτρης — ο θηλ. ισσα που λατρεύει τους τύπους, δούλος των τύπων, πολύ τυπικός, που δεν προσέχει πολύ την ουσία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • σχολαστικός — ή, ό / σχολαστικός, ή, όν, ΝΜΑ, και σκολαστικός, ή, ό, Ν νεοελλ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην παιδεία και στις αντιλήψεις που αναπτύχθηκαν στις εκκλησιαστικές σχολές και στα μοναστήρια τής Δύσης κατά τον Μεσαίωνα («σχολαστική παιδεία») 2 …   Dictionary of Greek

  • τυπολατρία — η, Ν η ιδιότητα τού τυπολάτρη, η υπερβολική προσήλωση στους τύπους εις βάρος τής ουσίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < τυπολάτρης. Ένας τ. τυπολατρεία (< τύπος + λατρεία) μαρτυρείται από το 1888 στον Εμμ. Ροΐδη] …   Dictionary of Greek

  • τυπολατρικός — ή, ό, Ν [τυπολάτρης] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον τυπολάτρη ή στην τυπολατρία …   Dictionary of Greek

  • φορμαλιστής — ο, θηλ. φορμαλίστρια, Ν 1. οπαδός τού φορμαλισμού, λογοτέχνης ή καλλιτέχνης που δίνει πρωταρχική σημασία στη μορφή τού έργου του εις βάρος τού περιεχομένου, που έχει την τάση να θεωρεί τη μορφή ως αυτοσκοπό και όχι ως έκφανση τού περιεχομένου 2.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”